Η CURRENT Athens είναι μία πλατφόρμα μη ιεραρχικής προώθησης της σύγχρονης τέχνης.
Τετάρτη-Σάββατο: 13:00-21:00
Rodeo, Πειραιάς
15 Ιουλίου – 25 Σεπτεμβρίου 2021
Μάρτιος, Απρίλιος, Νοέμβριος
Rodeo, Λονδίνο
8 Ιουλίου – 25 Σεπτέμβριος 2021
Ανάφη, 5 Ιουλίου 2021
Αγαπητή Σύλβια,
Έφτασα στις Κυκλάδες χθες βράδυ, αλλά δεν έχω τολμήσει μέχρι τώρα να αντικρίσω τη θάλασσα. Κρατώ τα παράθυρά και τα παντζούρια μου κλειστά, τις κουρτίνες τραβηγμένες. Δίνω χρόνο στον εαυτό μου πριν αφεθώ στη θέα. Όσο χρόνο χρειάζεται για να οργανώσω τις σκέψεις μου όπως σου υποσχέθηκα. Τότε και μόνο τότε σκοπεύω να παραδοθώ στα αλμυρά νερά του Αιγαίου, να χαθώ στον ορίζοντα. Ο ορίζοντας εδώ είναι μια παλλόμενη μηχανή τραγικών παρανοήσεων. Τα λευκά πέπλα θα παραμένουν για πάντα διπλωμένα. Η επιπολαιότητα του νικητή φέρνει τον θάνατο.
Θες να σκάψουμε πιο βαθιά απ’ όσο εγκρίνουν τα μάτια; Αν ναι, ας μη διστάσουμε να παραιτηθούμε από το νόημα. Το νόημα έχει την τάση να αποκαλύπτεται στο τέλος, παρά την επίμονη αντανακλαστική αντίδραση των ματιών να τιμωρούν ό,τι διαφέρει. Με την αυθυποβολή αυτής της συνθηκολόγησης γράφω σήμερα και έτσι σου ζητώ να με διαβάσεις. Με την ίδια συνθηκολόγηση συγκέντρωσα όλες αυτές τις παράταιρες ετερονομίες για τις δύο εκθέσεις που μου ζήτησες, για τις τρεις εκθέσεις που τελικά ετοίμασα.
Μου φαίνεται πως το θέατρο στα χρόνια της νεωτερικότητας μοιάζει με έναν χορό προς τη χειραφέτηση γύρω από την ασταθή κατακόρυφο ενός τρεμάμενου τοίχου. Αυτόν τον τοίχο ύψωσα στον Πειραιά ως κεντρική ιδέα της απάντησης στην πρόσκλησή σου, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις δύο εκθέσεις σε τρεις, μεταφέροντας στον Πειραιά την επιδερμίδα του τοίχου από την γκαλερί της Οδού Μπόρντον. Επιστρέφω στο Λονδίνο μάρμαρα από την Ελλάδα. Κάποια ελληνικά, άλλα όχι. Η μεταφορά των μαρμάρων άλλωστε είναι ένας παλιός, αρρωστημένος κύκλος επιθυμίας και εκμετάλλευσης. Φέρνω επίσης τις πατίνες των τοίχων από τους δρόμους γύρω από το ατελιέ μου, που δεν έχουν τίποτα το ευγενές και που δεν προκαλούν πια καμία επιθυμία. Είναι απλώς σοβατίσματα, που η τεχνική τους χάθηκε στη λήθη της τοπικής αρχιτεκτονικής και των γοργά εναλλασσόμενων αισθητικών τάσεων της δεκαετίας του ’90. Μισήθηκαν τόσο πολύ που τους άξιζε να καταγραφούν. Μισήθηκαν τόσο έντονα που χρειάστηκε να τα μελετήσουμε με αρχαιολογική προσήλωση, ώστε να επανεφεύρουμε τις μεθόδους τους.
Υπάρχει, λοιπόν, ο «τέταρτος τοίχος» που έσβησαν οι νατουραλιστές, οριστικά, κάποια στιγμή γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Ντιντερό βέβαια τον είχε ορίσει[1] καιρό πριν, αλλά πρώτος ο Αντρέ Αντουάν τον γκρέμισε, μεταφράζοντας τη ρήση του Ζολά περί «αυθεντικότητας» σε δόγμα επιστημονικής σχολαστικότητας. Από εκείνη τη στιγμή και πέρα, «τα πάντα έπρεπε να υπακούσουν».[2]
Ο Ζολά είχε δίκιο πως η ρεαλιστική αισθητική του αστικού θεάτρου ήταν σκέτη ιδεολογία. Επέμενε πως αν επιθυμείς να είσαι «αυθεντικός», πρέπει να μετατρέψεις τη σκηνή σε ένα θραύσμα της πραγματικότητας, πέρα από την εμφατική αναπαράστασή της. Αυτή η διαπραγμάτευση με το «αυθεντικό» δεν μπορούσε παρά να συμπεριλάβει και τα σώματα των ηθοποιών, που εγκατέλειψαν τα ζωγραφισμένα σκηνικά και εισήλθαν ενθουσιωδώς σε πραγματικά περιβάλλοντα με την πλάτη τους στο κοινό. Ξαφνικά, η σκηνή μετατράπηκε σε ένα αχανές πεδίο προς εξερεύνηση.
Τότε, η πραγματικότητα, καθώς έπαψε να μεγεθύνεται, αναδημιουργήθηκε, μετατοπίστηκε, αναπαράχθηκε. Σκέφτομαι εκείνο το τραπέζι που σχεδίασε ο Μουνκ για τους Βρικόλακες του Ίψεν στο Ντόιτσες Τεάτερ. Μία παγίδα για τους ηθοποιούς του Μαξ Ράινχαρντ, όπως το έντονο φως για τις νυχτοπεταλούδες. Υπάρχει επίσης ένα τραπέζι στη σκηνοθεσία του Αντουάν για τη Γη του Ζολά. Ένα τραπέζι όπου τα σώματα των ηθοποιών, σώματα αγροτών στην προκειμένη περίπτωση, παραδίδονται από την εξάντληση. Τα έπιπλα του νατουραλιστικού θεάτρου ήταν πραγματικά, και υπήρχε πάντα στην σκηνή ένα πραγματικό τραπέζι και μια πραγματική καρέκλα. Αποτελούσαν τα «σημεία στίξης» αυτής της «νέας πραγματικότητας», και καθιστούσαν τα παλάτια του απώτερου παρελθόντος και τα αστικά σαλόνια του πρόσφατου παρωχημένα. Η «πραγματική» πραγματικότητα όμως ακολούθησε;
«Υπάκουσαν όλα», τελικά, όπως «έπρεπε»; Ο Μορίς Μέτερλινκ, ο Πολ Φορ και ο Ορελιέν Λινιέ-Πο, σίγουρα όχι. Ο κινηματογράφος έκανε επαρκώς αυτή τη δουλειά και έτσι ο αγώνας ενάντια στην αισθητική της μηχανικής αναπαραγωγής ήταν σίγουρα μια χαμένη μάχη. Οι συμβολιστές διακήρυτταν ότι η δράση έπρεπε να υποτάσσεται στην αφήγηση. Οι μύες έπρεπε να λιώνουν υπό το βάρος μιας μαγικής γοητείας. Οι ηθοποιοί καλούνταν έτσι να κινούνται αφύσικα αργά, τα σώματά τους εξαϋλώνονταν πίσω από πέπλα μουσελίνας. Οι αισθήσεις αναγκάστηκαν να συμπλεχθούν και να διαστρεβλωθούν. «Πάντοτε σφάλλουμε όταν δεν κλείνουμε τα μάτια»³ δηλώνει ο Αρκέλ, πριν Μελισσάνθη κλείσει τα μάτια της οριστικά.
Ο Έντουαρντ Γκόρντον Κρέιγκ και ο Αντόλφ Άππια πίστευαν σε μια διάχυση μεταξύ αυτών των δύο πόλων. Μια ρωγμή στον τέταρτο τοίχο σκιάζει το ιμπρεσιονιστικό φως του Λινιέ-Πο πάνω στο πραγματικό τραπέζι του Αντουάν. Έστησα τις εκθέσεις με τη βοήθεια αυτού του αχνού φωτός. Ουσιαστικά, δεν τις έστησα αλλά προσπάθησα να τις σκηνοθετήσω. Ως επισκέπτες μιας έκθεσης, καλούμαστε να εισέλθουμε σε έναν χώρο, ενώ ως θεατές, αναγκαζόμαστε να διεισδύσουμε μέσα σε ένα θέατρο. Το βίωμα του χρόνου είναι θεμελιωδώς διαφορετικό σε αυτές τις δύο συνθήκες. Η απόσταση από το προσκήνιο ως την πρώτη σειρά μετατρέπει ένα γλυπτό σε σκηνογραφία, ένα αντικείμενο σε σκηνικό.
Φαντάστηκα αυτά τα διαφορετικά έργα σαν ηθοποιούς σε τρεις (ίσως τέσσερις) διαφορετικές σκηνές, σε δύο (ίσως τρεις) διαφορετικές παραδόσεις. Δεν επιζητώ τη θεατρικότητα. Ελπίζω να υπάρξει θέατρο. Η απόσταση θα τα μετατρέψει από γλυπτά σε πρόπς, από πίνακες σε σκηνικά. Έμαθα αυτό το παλιό κόλπο όταν, έφηβος ακόμα, ήμουν βοηθός σκηνογράφου σε ένα ανέβασμα του έργου Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας. Είχα αναλάβει να ζωγραφίσω έναν θρόνο και αφιέρωσα πολύ χρόνο σ’ αυτό. Ο μέντοράς μου μου είπε: «Κοίτα, σημασία έχουν οι κινήσεις και τα μάτια. Κάνε δύο βήματα πίσω, ρίξε λίγη μπογιά, κάνε άλλα δύο βήματα πίσω, μισόκλεισε τα μάτια σου και κοίταξέ το. Αυτό θα δει το κοινό.» Δε συμμεριζόταν, ασφαλώς, τη ρήση του Ζολά. Με δίδαξε, όπως κατάλαβα χρόνια μετά, τη δυνατότητα να διαστρέφω την πραγματικότητα με αυτή τη μικρή σύσπαση, αλλά κυρίως με δίδαξε πώς να παραχαράσσω την απόσταση ανάμεσα στο προσκήνιο και την πρώτη σειρά, με την ίδια σύσπαση. Έτσι μπορείς να επισκεφθείς την έκθεση. Μπορείς, επίσης, να προτρέψεις τους επισκέπτες στην γκαλερί να κάνουν το ίδιο: «Να μισοκλείσουν τα μάτια τους και να κοιτάξουν ξανά.»
Ανυπομονώ να σε δω σε λίγες μέρες.
Τα λέμε σύντομα,
Χριστόδουλος
[1] «Φανταστείτε έναν μεγάλο τοίχο στην άκρη της σκηνής, που σας χωρίζει από την πλατεία του θεάτρου. Να παίζετε σαν να μην έχει σηκωθεί η αυλαία.»Ντιντερό, Ντενί, Λόγος για τη Δραματική Ποίηση, 1758, κεφ. 11.
[2] Ζολά, Εμίλ, Νατουραλισμός επί Σκηνής, 1881.
3 Μέτερλινκ, Μορίς, Pelléas and Mélisande, 1839